Ευριπίδης Γαραντούδης

Μια ερωτηματική κατάφαση: η (πολεμική) ιστορία, το αναπόδραστο παρόν μας

(….)
   Το βιβλίο Προς τα πού (Μια πολεμική ιστορία), μια καλαίσθητη έκδοση, με φωτογραφία στο εξώφυλλο από εικαστικό έργο του Σταύρου Παναγιωτάκη, έχει μια πολλαπλή καταγωγική σχέση με τα προηγούμενα βιβλία του Ζαφειρίου, αρχής γενομένης από την Άτροπο των Ημερών. Πρώτο και κυριότερο στοιχείο αυτής της σχέσης είναι η συνθετική δόμηση του ποιήματος. Αποτελείται από πέντε ενότητες με τους εξής κατά σειρά τίτλους: “Η διαθήκη των μύθων”, “Το ταξίδι του αίματος”, “Το λιοντάρι της Δρέσδης”, “Προς τα πού” και “Φάουστ”. Καθεμιά από τις ενότητες περιλαμβάνει τρία ή τέσσερα αριθμημένα μέρη. Στις τρεις πρώτες ενότητες επιτάσσονται πληροφορίες αντλημένες από διάφορες πηγές, προσωπικές αναμνήσεις από ταξίδια, παραθέματα από ιστορικά κείμενα και ιστορικές μελέτες και ο σχολιασμός τους, σημειώσεις σχολιασμού του ίδιου του ποιήματος και κυρίως του στοχαστικού υπόβαθρού του. Για το σύνολο αυτών των επιτασσόμενων στις ενότητες σημειώσεων ο Ζαφειρίου μάς πληροφορεί στην πρώτη από τις τρεις σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου: “Τα παραθέματα, οι σημειώσεις και οι σημειώσεις επί των σημειώσεων δεν αποσκοπούν στην κατανοητική εξυπηρέτηση του αναγνώστη, αλλά μάλλον τροφοδοτούν τις εσωτερικές αναγκαιότητες του κειμένου. Ωστόσο, ο τρόπος της χρήσης τους εναπόκειται στην αναγνωστική διάθεση και επιλογή” (σελ. 67). Με άλλα λόγια, θα έλεγα ότι αυτό το ποικίλο και ετερόκλητο υλικό των επιτασσόμενων στις ενότητες σημειώσεων λειτουργεί είτε όπως οι γνωστοί μας στοχασμοί του Σολωμού στα ανολοκλήρωτα συνθέματα της ωριμότητάς του, δηλαδή ως οδηγίες εις εαυτόν σε μια διαδικασία ανατροφοδότησης του στοχασμού για το προς τα πού πάει το ποίημα, είτε ως υλικό φανέρωσης του ποιητικού εργαστηρίου και κυρίως στερέωσής του σε μια διευρυμένη πραγματολογική βάση. Η βάση αυτή ανάγεται ιδίως στον χώρο που δηλώνεται με τον σχολιαστικό υπότιτλο του βιβλίου: “Μια πολεμική ιστορία”. Ο υπότιτλος υποδηλώνει επίσης ότι η ιστορική εξέλιξη δεν είναι παρά μια σειρά από πολέμους. Η ιστορία είναι ο πόλεμος. Συγκεκριμένα, η πολεμική ιστορία είναι, όπως μαθαίνουμε ιδίως από τις επιτασσόμενες στην πρώτη ενότητα σημειώσεις, κυρίως οι αλλεπάλληλοι συμμαχικοί βομβαρδισμοί, τον Φεβρουάριο του 1945, της γερμανικής πόλης Δρέσδης. Οι βομβαρδισμοί αυτοί προκάλεσαν την ολοσχερή καταστροφή της πόλης και τον θάνατο των κατοίκων της· Οι νεκροί εκτιμώνται από το ελάχιστο των 60.000 μέχρι το μέγιστο των 250.000 ανθρώπων. Στις μαρτυρίες για τις συνέπειες των βομβαρδισμών περιλαμβάνεται και εκείνη σύμφωνα με την οποία ένα λιοντάρι, που δραπέτευσε από τον ζωολογικό κήπο της πόλης και τριγυρνούσε ανάμεσα στα νεκρά ανθρώπινα σώματα, όταν κατάλαβε ότι ανάμεσά τους υπάρχει ένας άνθρωπος ακόμα ζωντανός, ξάπλωσε δίπλα του, κολλώντας μάλιστα επάνω του σφιχτά. Εκτός από την κεντρική αυτή πολεμική ιστορία μνημονεύονται, σε διάφορα σημεία είτε του κυρίως ποιήματος είτε των σημειώσεων, και άλλα συμβάντα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, όπως η μάχη του Στάλινγκραντ ή δηλώσεις του Τσώρτσιλ και του Στάλιν. Επισημαίνω επίσης ότι, εκτός από τις επιτασσόμενες στις τρεις πρώτες ενότητες σημειώσεις, στο κυρίως σώμα των ποιημάτων όλων των ενοτήτων υπάρχουν 25 υποσελίδιες σημειώσεις στις οποίες είτε παρατίθενται οι παραπομπές σε πηγές-διακείμενα του ποιήματος είτε σχολιάζονται με στοχαστικό-δοκιμιακό τρόπο σημεία του ποιητικού λόγου.
   Σε μία από τις επιτασσόμενες σημειώσεις διαβάζουμε: “Αναρωτιέμαι αν η τόση αφαίρεση ωφελεί ή ζημιώνει. Η δυσκολία βρίσκεται στο προφανές και στην ηρωική αποφόρτιση της ποιητικότητας” (σελ. 45-46). Ξεκινώ λοιπόν την αναφορά μου στο κυρίως ποίημα και στο ποιητικό ύφος του Ζαφειρίου από την αφαίρεση, επειδή την θεωρώ ως το περισσότερο καίριο και λειτουργικό στοιχείο του ποιήματος και του ποιητικού του ύφους. Όντως έτσι, με την αφαίρεση, και με δεδομένη την ιστορική πλαισίωση του συνθέματος από το γεγονός των βομβαρδισμών της Δρέσδης, αφενός αποφεύγεται το προφανές και αφετέρου επιτυγχάνεται η αποφόρτιση της ποιητικότητας. Κατά τη γνώμη μου, αποφόρτιση της ποιητικότητας εν προκειμένω σημαίνει την αναδιατύπωση του ερωτήματος για το ηθικό δικαίωμα ή την ηθική σκοπιμότητα της ποιητικής γραφής. Η περίφημη φράση του Τεοντόρ Αντόρνο ότι “είναι βάρβαρο να γράφεις ποίηση μετά το Άουσβιτς” στοιχειώνει, από την εποχή της διατύπωσής της, κάθε ποιητή που στοχάζεται τα παρελθόντα και τα παρόντα του κόσμου μας με κάποια εμβέλεια, όπως ο Ζαφειρίου. Το ερώτημα της ηθικής σκοπιμότητας της ποίησης ύστερα από τους βομβαρδισμούς της Δρέσδης, αλλά και ύστερα από τις γενοκτονίες, τις εθνοκαθάρσεις και τις πάσης φύσεως σφαγές που συνέβησαν από τότε μέχρι τις μέρες μας, ο Ζαφειρίου το θέτει, επιλέγοντας ως βασικό διακείμενο του συνθέματός του την περίφημη τραγωδία του Γκαίτε, Φάουστ, αλλά και αναπτύσσοντας γύρω από αυτό το βασικό διακείμενο ένα ευρύ δίκτυο άλλων διακειμένων, λογοτεχνικών και ευρύτερα καλλιτεχνικών αλλά και μη καλλιτεχνικών, όπως το δράμα Δόκτωρ Φάουστους του Κρίστοφερ Μάρλοου, το μυθιστόρημα Μεφίστο (1936) του Κλάους Μαν, η ομώνυμη ταινία-κινηματογραφική διασκευή του Μεφίστο από τον Ίστβαν Ζάμπο (1982), η νιτσεϊκή θεωρία του υπερανθρώπου, η ιστορικοφιλοσοφική μελέτη του Όσβαλντ Σπένγκλερ, Η παρακμή της Δύσης (1918 και 1922), και άλλα.
   Το Προς τα πού, λοιπόν, είναι μια ερωτηματική κατάφαση που υποδηλώνει ότι η (πολεμική) ιστορία είναι το αναπόδραστο παρόν μας και το προδιαγεγραμμένο μέλλον μας. Το ποίημα ανατρέχει και θεμελιώνεται στο ιστορικό και λογοτεχνικό παρελθόν, αλλά η θεμελίωση και η αναδρομή γίνονται προκειμένου να αναζητηθούν οι ρίζες του παρόντος μας και κατά κάποιο τρόπο αυτό να φωτιστεί ή να κατανοηθεί, εάν αυτό είναι πλέον δυνατόν, μέσα από μια έξω από τόπο και χρόνο στοχαστική θεώρηση του δυτικού ανθρώπου ως ενός βαθιά αυτοκαταστροφικού όντος, ενός όντος που σέρνεται πίσω από το άρμα της ιστορίας που αλέθει το σώμα του, σωρεύοντας σωρούς πτωμάτων. Αν διαβάζω σωστά το βιβλίο του Ζαφειρίου, αυτό που κάνει η ποίηση, μετά το Άουσβιτς και μετά τους βομβαρδισμούς της Δρέσδης, είναι να υψώνει επάνω στον σωρό των πτωμάτων το λεκτικό σώμα ενός εξαγνιστικού αγγέλου μνήμης, που βέβαια είναι εντελώς αδύναμος να αλλάξει τη ροή της ιστορίας προς την καταστροφή. Έτσι οι μεταμορφώσεις του Φάουστ και οι βομβαρδισμοί της Δρέσδης επιλέγονται ως το κύριο διακειμενικό και ιστορικό πλαίσιο αντιστοίχως για να στερεωθεί ένα βαθιά αναστοχαστικό και σκεπτικιστικό ποίημα γύρω από το ερώτημα από πού έρχεται και προς τα πού τείνει ο δυτικός άνθρωπος, από την εποχή του διαφωτισμού και του ορθού λόγου μέχρι τις μέρες μας, συγκρουόμενος διαρκώς με τη σφοδρή επιθυμία του για δύναμη και αναλώνοντας μέχρι εξαντλήσεως, για να το πω έτσι, το ζωικό και το πνευματικό του κεφάλαιο. Σε διάφορα σημεία του κυρίως ποιήματος και των σημειώσεων, ο Ζαφειρίου αναπτύσσει τον προβληματισμό του για το πόσο πολύ η δυτική φιλοσοφική παράδοση αλλοίωσε βασικές έννοιες της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, μεταθέτοντας το κέντρο βάρους της φιλοσοφικής σκέψης από την κυκλική αντίληψη του γίγνεσθαι στην αντίληψη της εξέλιξης και της προόδου προς ένα διαρκές εμπρός. Όπως γράφει ο Ζαφειρίου σε μια από τις επιτασσόμενες σημειώσεις του, οι βομβαρδισμοί της Δρέσδης είναι “το ιστορικό αποτύπωμα της τόσο κακοποιημένης νιτσεϊκής βούλησης για δύναμη, το ίδιο ακριβώς που άφησαν και οι ναζί με τα δικά τους εγκλήματα, αυτό που καθορίζει εντέλει ολόκληρη τη δυτική λογική” (σελ. 20). Σχολιάζοντας τη γένεση του φασισμού και τις αιτίες που τον συντηρούν στις δυτικές κοινωνίες, και στη δική μας, με το πολιτικό μόρφωμα της “Χρυσής Αυγής”, ο Ζαφειρίου συντάσσει ένα βαθιά πολιτικό ποιητικό σχόλιο. Θα έλεγα ότι εντέλει στο Προς τα πού η ποίηση, ανατρέχοντας στο αποτροπιαστικό παρελθόν του δυτικού ανθρώπου, γίνεται μια μηδενιστική θεώρηση του παρόντος μας και μια βαθιά λυπημένη προφητεία ενός προδιαγεγραμμένα καταστροφικού μέλλοντος-τέλους, τόσο προδιαγεγραμμένου που ακυρώνει την προφητεία. Ή, αλλιώς, γίνεται μια ελεγεία της πτώσης του ανθρώπου από τον θρόνο στον οποίο ανέβηκε αφού πρώτα γκρέμισε το είδωλο του θεού και αναμετρήθηκε με τον διάβολο, με άλλα λόγια τον ίδιο του τον εαυτό, δίχως τη σκεύη και την ασπίδα της μεταφυσικής πίστης ή του μεταφυσικού φόβου. Αν αυτό είναι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του δυτικού ανθρώπου, ποιο είναι το προς τα πού τής ποίησης; Η δική μου απάντηση, κρίνοντας με βάση και την υψηλή αισθητική αξία του βιβλίου του Ζαφειρίου, είναι ότι η ποίηση θα συνεχίσει να γράφεται επάνω στον σωρό των πτωμάτων, μέχρι να μη μείνει κανείς ζωντανός να γράψει και κανείς ζωντανός να διαβάσει την ελεγεία του οριστικού τέλους.