Αλλά η φωνή ταλαντεύτηκε
ανάμεσα γλώσσα και χείλη,
ανάμεσα στους καιρούς που αφαιρούν
και στους καιρούς που προσθέτουν,
δοξάζοντας τη νέα της δύναμη και το νέο της πνεύμα,
το κέρας και την πέτρα και το σίδερο,
τα φύλλα του χαλκού,
τα μελανόμορφα, βαθύκοιλα καράβια
με το βάσκανο μάτι στην πλώρη τους·
και τους χρησμούς και τα εξιλαστήρια,
το άσπλαχνο του φάσγανου
και τη λιστή πνοή των ετησίων.
Ραψωδώντας, στα χρόνια που πέρασαν,
με τον μνησίκακο ρυθμό του εξαμέτρου,
με την πλάτη στη θάλασσα και το στέρνο στον φόβο,
τους θριάμβους, τη νομή των αρμάτων και τον πυρρίχιο,
τα έργα του θυμού·
και των αλόγων τους ορθούς λαιμούς,
και των βοδιών το αλειμμένο λίπος
και τα μαλλιά που κόπηκαν
στο πένθος των συντρόφων·
και όσα οι πολυμήχανοι εξύλευσαν,
για να μηχανευτούν την ιστορία,
με τη δική του νέκυια ο καθείς,
καθείς με τη δική του Ωγυγία,
με τον δικό του Φόρκυνα
στην εμμονή του νόστου.
Και ποιο το όφελος λοιπόν
απ’ του ιερού πτολίεθρου την πτώση;
Όλα διαπράχθηκαν στη χάρη των θεών·
κι αν φανερώθηκαν στα λόγια των ανθρώπων
σαν ειμαρμένη, σαν πουκάμισα αδειανά
ή σαν παράπονο των άταφων νεκρών,
που θέλουν, έστω, για μνημείο το κουπί τους·
και ακόμη, αν πειθάρχησαν οι λέξεις
σε τεχνικές ιδιότροπες του στίχου,
μ’ εκθλίψεις και βραχύνσεις φωνηέντων,
ώστε ν’ απαλειφθούν οι χασμωδίες,
ποιο το όφελος;
Εκείνοι απλώς συναίρεσαν τον κόσμο·
και δεν φαντάστηκαν ποτέ τα νέα τείχη,
τα νέα θέσφατα, τις κόχες
των καινούριων εφεστίων·
ούτε ποτέ τούς πέρασε απ’ τον νου
καμιά άλλη Ρώμη πέρα από τη Ρώμη.
Απο τη ποιητική συλλογή:
Χωρικά