Κώστας Καλημέρης (Περιοδικό «Ποιητικά», τεύχος 36, Δεκέμβριος 2019)

Σταύρος Ζαφειρίου, Τα Φυσικά Πράγματα

Ο ποιητής Σταύρος Ζαφειρίου έχει πλούσιο και καταξιωμένο έργο. Όπως και στις προηγούμενες συλλογές του, έτσι και στα Φυσικά Πράγματα αποδεικνύεται μεγάλος τοιχογράφος. Θα έλεγε κανείς πως οι συνθέσεις του αναπαριστούν μεγάλες και πολύχρωμες ολογραφίες. Κύριο χαρακτηριστικό τους η ανάδειξη δομολειτουργικών στοιχείων, στοιχείων ενός μεγάλου συνόλου, που στην περίπτωση της ποίησης αποζητούν, σε αντίθεση με ό,τι έχει επικρατήσει στους περισσότερους ποιητές, τη σχέση τους με τον περιβάλλοντα χώρο. Αυτό, λοιπόν, που ερευνά και στα Φυσικά Πράγματα δεν είναι ο πόνος που δημιούργησε η ζωή στις μουσικές φράσεις ήσσονος σημασίας, όσο το κενό που αφήνει η αδυναμία μας να ορίσουμε τον πόνο, όταν αυτός έχει ήδη αναχωρήσει προς άγνωστη κατεύθυνση. Το οντολογικό ερώτημα εδώ δεν είναι γιατί ζούμε, αλλά γιατί οι λέξεις σωπαίνουν μπροστά σε αυτό το οντολογικό κενό.
Από την αρχή της συλλογής κατατίθεται ένα μυθικό σύμβολο του αρχαιοελληνικού κόσμου, ένα ριζικό μυθικό στοιχείο που αφορά το Σπήλαιο του Πλάτωνα, στοιχείο που συνδυάζεται ειρηνικά και επιθετικά με τον Κήπο της Εδέμ, μια αρχετυπική δηλαδή αναμέτρηση της Ψευδαίσθησης με την Ενοχή. Κι αυτό ο Ζαφειρίου το πετυχαίνει με την αντιστροφή του Σπηλαίου, όπως κατατίθεται στα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης, τη «Στιγμή» δηλαδή που ο άνθρωπος βγαίνει από τη Σπηλιά των ψευδαισθήσεων και ρίχνεται μέσα στον κόσμο της ζωής, στον φυσικό κόσμο, στον πραγματικό κόσμο, στον κόσμο του πόνου και του μόχθου. Τα Φυσικά Πράγματα, λοιπόν, είναι μια αντι-μεταφυσική, μια αντεστραμμένη θεολογία, είναι η στιγμή που χωρίζουν οι Λέξεις από τα Πράγματα, είναι ο αποχαιρετισμός της παιδικής ηλικίας του ανθρώπου, χωρίς να συναντάει ποτέ του την ενηλικίωση, την ωριμότητα. Γι’ αυτό σε κάποιο σημείο αναφέρεται χρήσιμα και στον εμφύλιο. Στην αδυναμία άρσης των αντιθέτων, στην ανικανότητα σύνθεσης, σε ένα πεπρωμένο όταν η μάζα αφήνεται ανυπεράσπιστη στο Κακό, ενώ γύρω της πετούν, ή μάλιστα περπατούν, εκπεσόντες άγγελοι.
Τα Φυσικά Πράγματα δεν έχουν σχέση με τη Φυσική. Έχουν σχέση με τις αισθήσεις, τη νόηση και τη γνώση. Με τη σιωπή των Σειρήνων, δηλαδή τη γνώση που δεν μπορεί να έρθει στα αυτιά μας παρά μονάχα με το άυλο, ιλιγγιώδες, παραπλανητικό, σιωπηλό τραγούδι των Σειρήνων. Με το τραγούδι της Γνώσης που θα ακουστεί μόνον αν η ίδια η γνώση χαϊδέψει παιχνιδίζοντας τα αυτιά του χαμογελαστού ανθρώπου.
Σε αυτόν τον κόσμο, όπου ο άνθρωπος είναι εκπεσών, ριγμένος, Αναυθεντικός (για να θυμηθούμε τον Χούσσερλ και τον Χάιντεγκερ), η εξαίσια και ριζική σύμπτωση ρήξης που λυτρώνει είναι η ρήξη (αλλά και αρμονία) του Effectus με το Affectus, του Θυμικού δηλαδή, του αληθινού, του ασυνείδητου, του Πρωτογενούς και Αρχέγονου, με το Προσαρμοσμένο, το ενδιάμεσο, το Διαμεσολαβημένο, ΔΗΛΑΔΗ την ίδια την Ποίηση! Η σύγκρουση και η αρμονία σε ανώτερο επίπεδο του ριζικού με το προσποιητό, το επιτηδευμένο! Αυτό που θα λέγαμε Ενδιάμεσο.
Ζούμε ένα είδος γνώσης που το savoire της, δηλαδή το τί κουβαλάμε με αυτήν, ποιαν αλήθεια ξανά δηλαδή, δεν μας πάει πουθενά, γιατί δεν επιτρέπει την Έξωση, την Έξοδο, δεν μας επιτρέπει να βγούμε από τον εαυτό μας, να δημιουργήσουμε σε έναν άλλο χρόνο, με άλλα πρόσωπα, έναν διανοιγμένο χρόνο του μέλλοντος, μέσα στο παρόν, χωρίς να ξεχνάμε τον παρελθόντα χρόνο, τα υποκείμενα που υπήρξαμε. Η Προσέγγιση είναι Παιχνίδι Ελευθερίας. Η Προσκόλληση είναι εμμονή στο πένθος και την απώλεια. Έχουν αλήθεια αυτά, όμως δημιουργούν μελαγχολία, δηλαδή ανυπομονησία και σύγκρουση.
Τα Φυσικά Πράγματα του Σταύρου Ζαφειρίου είναι μεγάλη σύνθεση που αποζητάει μια Επιστροφή σε κάτι πρωταρχικό, όχι όμως σε κάτι που μοιάζει με μηχανισμό ηδονής, ταύτισης, εξιδανίκευσης, προβολής, όχι σε μια μαζική ψυχολογία κατάπτωσης, όχι σε μιαν αγελαία «πολιτισμένη» κατάσταση, ὄχι σε μιαν αδιάφορη και περιφρονητική στάση απέναντι στο πρόβλημα του Ἄλλου, αλλά:
Μια επιστροφή στην ανάγκη δημιουργίας εκ του μηδενός πάνω στο κενό! Την ανάγκη δημιουργίας ενάντια στον ατομικισμό που τρέφεται από τον ομαδισμό. Την ανάγκη της επιστροφής στην Ποίηση, για να τραγουδήσουν μαζί οι λέξεις και τα πράγματα. Αλλά αυτό απαιτεί μιαν αλληλοεξόντωση των λέξεων, ώστε να δημιουργηθεί μια νέα, ποιητική διαλεκτική.